Ο παππούς μου είχε μεταναστεύσει στην Αμερική, στο Σαν Φρανσίσκο, σε ηλικία 8 ετών!
Μεγάλωσε εκεί, έγινε φωτογράφος κι όταν έμαθε για τη Μικρασιατική Εκστρατεία, αγόρασε μια winchester και ένα κιβώτιο σφαίρες και μπάρκαρε στο πρώτο πλοίο για Πειραιά. Στην Ελλάδα, κατατάχτηκε στο 5/42 Ευζώνων, το γνωστό σαν “σεϊτάν ασκέρ” δηλαδή το ασκέρι του διαβόλου, για τα δεινά που προξένησε στους Τούρκους.
Η γιαγιά μου, από τη πλευρά της μητέρας μου, γεννημένη στη Σμύρνη, λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής, πέρασε στην Λέσβο, σε μια ψαρόβαρκα, μαζί με άλλους δέκα ξεριζωμένους πατριώτες, σε ηλικία 12 ετών. Μετά τη Λέσβο, έμεινε στην Αθήνα.
Ο παππούς λοιπόν, μου είχε πολλές φορές διηγηθεί ιστορίες από την Εκστρατεία.
Μου έλεγε για το θρυλικό 5/42 των Ευζώνων. Για το ηθικό των ανδρών ακόμα και στην υποχώρηση. Για το πως όλο το στράτευμα ήταν πεπεισμένο ότι τους πρόδωσαν οι πολιτικοί. Για την αποθέωση που γνώριζαν σε κάθε πόλη και χωριό που έμπαιναν. Για ατελείωτα τσιμπούσια που έστηναν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας για να τους υποδεχθούν.
Μεγάλωσε εκεί, έγινε φωτογράφος κι όταν έμαθε για τη Μικρασιατική Εκστρατεία, αγόρασε μια winchester και ένα κιβώτιο σφαίρες και μπάρκαρε στο πρώτο πλοίο για Πειραιά. Στην Ελλάδα, κατατάχτηκε στο 5/42 Ευζώνων, το γνωστό σαν “σεϊτάν ασκέρ” δηλαδή το ασκέρι του διαβόλου, για τα δεινά που προξένησε στους Τούρκους.
Η γιαγιά μου, από τη πλευρά της μητέρας μου, γεννημένη στη Σμύρνη, λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής, πέρασε στην Λέσβο, σε μια ψαρόβαρκα, μαζί με άλλους δέκα ξεριζωμένους πατριώτες, σε ηλικία 12 ετών. Μετά τη Λέσβο, έμεινε στην Αθήνα.
Ο παππούς λοιπόν, μου είχε πολλές φορές διηγηθεί ιστορίες από την Εκστρατεία.
Μου έλεγε για το θρυλικό 5/42 των Ευζώνων. Για το ηθικό των ανδρών ακόμα και στην υποχώρηση. Για το πως όλο το στράτευμα ήταν πεπεισμένο ότι τους πρόδωσαν οι πολιτικοί. Για την αποθέωση που γνώριζαν σε κάθε πόλη και χωριό που έμπαιναν. Για ατελείωτα τσιμπούσια που έστηναν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας για να τους υποδεχθούν.