Παρά τις δύο αιτήσεις, το λεγόμενο «συνταγματικό τόξο» ουδέποτε
αναψηλάφησε την υπόθεση, αντιθέτως συνέχισε να επαναλαμβάνει την
ψευδολογία περί προδοσίας της Κύπρου από το στρατιωτικό καθεστώς, άποψη
που προφανώς δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, παρά τα όποια
πιθανά λάθη στρατηγικής ή διοικητικής μέριμνας, αλλά δρα δόλια,
προκειμένου να αποκρύψει την πραγματική ταυτότητα των δραστών και να
τους αθωώσει.
Αυτή την αναψηλάφηση των γεγονότων που οδήγησαν στην απώλεια του 1/3 της μαρτυρικής Μεγαλονήσου θα επιχειρήσουμε, μέσα από τα γραπτά των πρωταγωνιστών εκείνης της εποχής, ασχέτως με τις όσες αβαρίες βαραίνουν τις ψυχές τους. Αξίζει να σημειωθεί, προς άρσιν της όποιας παρεξηγήσεως πως δεν θα γίνει αναφορά στις επικές μάχες του δώσανε οι άνδρες της ΕΛΔΥΚ και της Εθνικής Φρουράς, αλλά στις πολιτικές κινήσεις που λάμβαναν χώρα στο παρασκήνιο των πολεμικών επιχειρήσεων.
Τα... προεόρτια
Θα ήταν θεμιτό, επίσης, να υπάρξει αναψηλάφηση των γεγονότων που οδήγησαν στα Σεπτεμβριανά του 1955, τον ξεριζωμό του Ελληνισμού της Κωνσταντινουπόλεως, ύστερα από συστηματική δράση της οργανώσεως «Η Κύπρος είναι Τουρκική» και του τουρκικού κράτους.
Όμως τα πραγματικά προεόρτια για την διπλή τουρκική εισβολή ήταν η χρήση του τουρκικού θύλακος εν Κύπρω για την προμήθεια τρομοκρατικών οργανώσεων (όπως η ΤΜΤ στην οποία ηγείτο ο Ραούφ Ντεντκάς), ο επακόλουθος τριήμερος βομβαρδισμός με εμπρηστικές βόμβες των χωριών της Κύπρου μας, σε συνδυασμό με μία γενικευμένη ανταρσία των «τουρκοκυπρίων» που τελικώς κατεστάλη από τις Ελληνικές Δυνάμεις, τον Γρίβα και τον Στρατηγό Ντερτιλή.
Είχαν προηγηθεί οι προδοτικές Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, οι οποίες όριζαν ως εγγυήτριες δυνάμεις την Τουρκία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελλάδα και οι οποίες χρησιμοποιήθησαν ως προκάλλυμα για τις τουρκικές εισβολές και τον εξοπλισμό με οπλισμό των τούρκων που βρίσκονταν στην Κύπρο. Ενδεικτικό της καταστάσεως είναι απόσπασμα από το σημείωμα της ΚΥΠ προς τον Κωνσταντίνο Καραμανλή:
«Εκ των μέχρι τούδε υφισταμένων στοιχείων προκύπτει ότι, εκτός των εις χείρας των Τουρκοκυπρίων αστυνομικών και επικουρικών αστυνομικών περιστρόφων της βρετανικής διοικήσεως, η τουρκοκυπριακή μαχητική οργάνωσις ΤΜΤ διέθετε την εποχή της συνάψεως των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου μόνον 950 πιστόλια και περίστροφα... Εν συμπεράσματι, την εποχήν της συνάψεως των περί Κύπρου Συμφωνιών, η ΤΜΤ δεν διέθετε άνω των 1.000 πιστολίων και περιστρόφων. Κατά το εξάμηνον διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου 1959 – Ιουλίου 1959 λαθραίως εισήχθησαν υπό των Τουρκοκυπρίων 6.000 όπλα, ήτοι βαρέα πολυβόλα, οπλοπολυβόλα, τυφέκια, πιστόλια και περίστροφα, ως και όλμοι των 2 και τριών ιντσών, ανελθόντος, ούτω, κατά Ιούνιον 1959 του αριθμού των υπό της τουρκικής κοινότητος κατεχομένων όπλων εις 7.000, μετά μεγάλου αριθμού σφαιρών. Μετά τον Ιούλιον 1959 μέχρι 2 Σεπτεμβρίου 1960 εσυνεχίσθη εις μεγάλην κλίμακα η λαθραία εισαγωγή όπλων και πυρομαχικών υπό Τουρκοκυπρίων, ώστε σήμερον να πιστεύεται ότι οι Τουρκοκύπριοι διαθέτουν όπλα ανερχόμενα εις 10.000 τεμάχια…»
Αυτό το σημείωμα της ΚΥΠ, σε συνδυασμό με την άκρως απόρρητη επιστολή της 19ης Απριλίου του 1963 από τον Αβέρωφ προς τον Μακάριο, όπου σημειώνεται η πρόθεση της ελλαδικής κυβερνήσεως Καραμανλή «να διαχωρίσωμεν και δημοσία την γραμμήν μας αν επιδιωχθεί μονομερής κατάργησις των Συμφωνιών ή μέρους αυτών», δείχνει τον ρόλο των δύο «Εθναρχών» στο μετέπειτα δράμα που βίωσε ο Κυπριακός Ελληνισμός, αφού ήταν υπαίτιοι για τον εξοπλισμό των τούρκων που βρίσκονταν επί της νήσου.
Η προσπάθεια ανατροπής του Μακαρίου και η πρόσκληση στους Τούρκους
Στα μέσα Ιουλίου του 1974, το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών, υπό τον Ταξίαρχο Δ. Ιωαννίδη, αποφασίζει την ανατροπή του Μακαρίου στην Κύπρο. Αιτία της θελήσεως αυτής του στρατιωτικού καθεστώτος ήταν η σταθερή στάση του Μακάριου να προδίδει τα όνειρα του Κυπριακού Ελληνισμού για Ένωση με την Μητέρα Ελλάδα και η προσκόλλησή του στα αγγλικά συμφέροντα. Αφορμή για επιτάχυνση των εξελίξεων ήταν η από 2ας Ιουλίου επιστολή του Μακαρίου προς τον Έλληνα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Φαίδωνα Γκιζίκη, που αξίωνε την ανάκληση των 650 ελλαδιτών αξιωματικών, που υπηρετούσαν στην Εθνική Φρουρά.
Πολλοί, μεταξύ αυτών και οι ελλαδίτες πολιτικοί απατεώνες, θεωρούν την προσπάθεια ανατροπής του Μακαρίου ως αίτιο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Όπως είδαμε και παραπάνω, σε ένα και μόνο παράδειγμα αυτή δεν ήταν η αιτία, αλλά η αφορμή. Στην πραγματικότητα, οι τούρκοι είχαν από δεκαετίες εκπονήσει σχέδιο κατάληψης της Κύπρου και η εισβολή του 1964 ήταν μονάχα μία από τις εκδηλώσεις αυτής της βούλησής τους.
Τελικώς, ο Μακάριος κατάφερε να γλιτώσει την σύλληψή του εκείνες τις ημέρες και διέφυγε με βρετανικά μέσα. Οι παλαιοί κατακτητές του νησιού βοηθούσαν τον Μακάριο να απευθύνει κάλεσμα για εκ νέου κατάληψη του νησιού, αυτή τη φορά από τους τούρκους. Εν τέλει ο Μακάριος βρέθηκε στην συνέλευση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και απήυθυνε ανοικτή πρόσκληση προς τους τούρκους να αιματοκυλήσουν το νησί, προκειμένου αυτός να πάρει και πάλι την καρέκλα του Προέδρου. Σας παραθέτουμε επίμαχα αποσπάσματα από την σχετική ομιλία του:
«Ακολούθως, με επισκέφθηκε ο Έλληνας πρεσβευτής στην Κύπρο, κατόπιν εντολής της κυβερνήσεώς του, για να μού εξηγήσει, ότι η αριθμητική μείωση των μελών της εθνοφρουράς ή η αποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών θα οδηγούσαν στην εξασθένιση της κυπριακής άμυνας, σε περίπτωση τουρκικού κινδύνου. Αυτό το επιχείρημα, παρόλο που φαινόταν λογικό, δεν ήταν καθόλου πειστικό, διότι γνώριζα, ότι πίσω από αυτό εκρύβοντο άλλα συμφέροντα. Απάντησα ότι, όπως έδειχναν να εξελίσσονται τα πράγματα, θεωρούσα τον τουρκικό κίνδυνο πιο ασήμαντο από τον ελληνικό. Και, όπως αποδείχθηκε, οι φόβοι μου ήσαν δικαιολογημένοι...
Είμαι ευγνώμων στη βρεττανική κυβέρνηση, που μού χορήγησε ελικόπτερο, το οποίο με μετέφερε από την Πάφο στις βρεττανικές βάσεις, και αεροπλάνο από τις βάσεις στο Λονδίνο, μέσω Μάλτας...
Όπως ανέφερα ήδη, τα γεγονότα της Κύπρου δεν αποτελούν εσωτερική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Αφορούν και επηρεάζουν και τους Τουρκοκυπρίους...
Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας αποτελεί εισβολή, και οι συνέπειές του πλήττουν ολόκληρο τον κυπριακό λαό, Έλληνες και Τούρκους...»
Η εισβολή αρχίζει... ο Μπονάνος «νομίζει» ότι είναι άσκηση!
Παρασκευή 19 Ιουλίου 1974: Το BBC μεταδίδει ότι σε λιγότερο από 20 ώρες η Τουρκία θα εισβάλει στην Κύπρο. Στη Μερσίνα, στρατεύματα επιβιβάζονται στα αποβατικά σκάφη. Στη Λευκωσία, οι τούρκοι σε πλήρη επιφυλακή και ο Ντενκτάς διατάζει το κλείσιμο όλων των διοδίων από και προς τους τουρκικούς θύλακες. Ολες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι η τουρκική επιδρομή εις βάρος της Κύπρου είναι ζήτημα ωρών.
Κι ενώ οι Τούρκοι συνέχιζαν πυρετωδώς την προεργασία τους, στο Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων ο Γρηγόριος Μπονάνος καθησύχαζε τους πάντες ότι επρόκειτο για τουρκική άσκηση και ότι δεν υπήρχε κίνδυνος εισβολής.
Αρχηγός του Ναυτικού, ο οποίος στο βιβλίο του, «Το τέλος της σιωπής», δίνει αρκετές λεπτομέρειες σχετικά με τα τεκταινόμενα, ήταν ο Αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης. Στις 8.30 το πρωί της 20ής Ιουλίου, τρεις ολόκληρες ώρες μετά την εκδήλωση της τουρκικής επιδρομής κατά της Κύπρου, συνεδρίασε στην Αθήνα το Πολεμικό Συμβούλιο. Το Συμβούλιο δεν έλαβε καμιά απόφαση να κτυπηθούν οι τουρκικές αποβατικές δυνάμεις ούτε με ενισχύσεις από την Ελλάδα ούτε καν από την Εθνική Φρουρά που ήταν ακόμη δεσμευμένη από τη διαταγή Μπονάνου, η οποία έλεγε «Πάσα ενέργεια ή εκδήλωσις έναντι Τουρκίας δέον να αναλαμβάνεται μόνο κατόπιν εγκρίσεως ΑΕΔ». «Το πολεμικό συμβούλιο δεν ήθελε την προσβολή των εχθρικών στρατευμάτων», γράφει ο Αραπάκης.
Το ποιός ήταν ο Αραπάκης αποκαλύπτεται από τα απόρρητα τηλεγραφήματα των αμερικανών που είδαν, σχετικώς πρόσφατα, το φως της δημοσιότητας:
"Ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης Αβέρωφ βράβευσε τον Αραπάκη, ο οποίος ήταν ο τελευταίος υψηλόβαθμος στρατιωτικός διορισμένος την περίοδο της χούντας και θεωρείτο «απόλυτα έμπιστο πρόσωπο»".
"Ο Αραπάκης σε τελετή αλλαγής διοίκησης παρατήρησε ότι το ελληνικό Ναυτικό δεν ήξερε τίποτα για το σχέδιο ανατροπής του Προέδρου Μακαρίου στις 15 Ιουλίου και ο ίδιος προσωπικά αντιτάχθηκε στην πιθανότητα άμεσης έναρξης εχθροπραξιών με την Τουρκία. Πρόσθεσε ο Αραπάκης ότι ο ελληνικός στόλος υπό την καθοδήγησή του ποτέ δεν θα έβγαινε εκτός ελληνικών χωρικών υδάτων κατά την κρίση του Ιουλίου στην Κύπρο και κανένα ελληνικό υποβρύχιο που βρισκόταν στην περιοχή της Κύπρου κατά την κρίση δεν επρόκειτο να αναλάβει δράση κατά των τουρκικών πλοίων."
Αντιστοίχως, επειδή λόγος έγινε σχετικά με την διστακτικότητα του Μπονάνου και το γεγονός ότι καθυστέρησε την επιστράτευση, καθώς και όλες τις άλλες προσπάθειες επί μακρόν, αξίζει να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του «Η Αλήθεια», προκειμένου να αντιληφθούμε τους σκοπούς και τους εντολείς του:
«Έχρειάζετο λοιπόν ψυχή, προσοχή καί επαγρύπνησις. Καί έπρεπε να επιλέξω τήν κατάλληλον στιγμήν διά νά δράσω. Από πολλού χρόνου είχα καταλήξει ότι ή λύσις είναι μία: Η πολιτικοποίησις του καθεστώτος. Εχρειάζετο η Ελλάς μίαν κυβέρνησιν με ακτινοβολίαν πρός τον λαόν, διά να βγάλη την χώραν από τό άδιέξοδον. Και αι Ένοπλοι Δυνάμεις να αφοσιωθούν άνευ έτερου στο έργον των. Ποιοι όμως θα εσχημάτιζαν αυτήν τήν κυβέρνησιν; Ποίοι είχαν ολιγώτερον φθαρεί και επομένως ήδύναντο να εμπνεύσουν τον λαόν; Ποιοι θα ήσαν γενικής αποδοχής; Οι πολιτικοί παράγοντες τούς οποίους είχα βολιδοσκοπήσει διά του Ματάτση προηγουμένως, με έπεισαν ότι υπεράνω όλων θέτουν το προσωπικόν καί το κομματικόν των συμφέρον. Και όμως, είς τον χώρον αυτόν έπρεπε να στραφώ. Δεν είχα άλλην επιλογήν.»
Στο ίδιο βιβλίο ο Μπονάνος σημείωνε για κάποιες παραπλανητικές πληροφορίες που έφτασαν στο Επιτελείο από ξένες δυνάμεις, σχετικά με τα «σχέδια» των τούρκων να επιτεθούν και σε άλλα σημεία, πέραν της Κύπρου, γεγονός που «δικαιολογούσε», κατά τη γνώμη του, την μη αποστολή δυνάμεων στην Κύπρο:
«Αργότερα, μετά την μεταπολίτευσιν, επληροφορήθην ότι αι πληροφορίαι αυταί δεν ήσαν αληθείς και μάλλον ενετάσσοντο στην όλην προσπάθειαν δημιουργίας συγχύσεως, ώστε έτσι να εξυπηρετηθούν ευκολώτερα τα σχέδια όσων επεδίωκαν την «διά μιας εθνικής συμφοράς» ανατροπή του καθεστώτος»
Ο ρόλος των ξένων δυνάμεων
Είδαμε προηγουμένως τις ευχαριστίες του Μακαρίου προς τους βρετανούς. Γνωστές επίσης οι επαφές των πολιτικών με τους αμερικανούς, αλλά και το γεγονός ότι οι περισσότεροι εξ αυτών, περιλαμβανομένου του «Εθνάρχη» Καραμανλή, βρίσκονταν στο εξωτερικό, σε αγαστή συνεργασία με τις ξένες πρεσβείες που πίεζαν για μία «πολιτικοποίηση» του εν Ελλάδι καθεστώτος.
Ας δούμε, λοιπόν, το ρόλο των ξένων «νατοϊκών συμμάχων» μέσα από τα γραπτά του Μπονάνου:
Αμερικανοί: «Ολίγον προ του μεσονυκτίου της 20ης Ιουλίου 1974, πρώτης επαναλαμβάνω ημέρας του αγώνος κατά των εισβολέων εν Κύπρω, μου ετηλεφώνησεν ο Ελληνοαμερικανός Συνταγματάρχης των ΗΠΑ, Φράνκ Άθανσον, εκ μέρους του πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών εις Αθήνας, Χένρυ Τάσκα, και με ηρώτησεν εάν συμφωνώ να εγκατασταθή στο Αρχηγείον Ένοπλων Δυνάμεων ένα κλιμάκιον της αμερικανικής πρεσβείας, προς πληρεστέραν και αμεσωτέραν ενημέρωσιν!
Δεν γνωρίζω εάν η πρότασις του αυτή προήρχετο πράγματι από τον Τάσκα, το γεγονός όμως ότι διετυπώθη, όπως και το γεγονός ότι ο Τάσκα προσεπάθει επιμόνως να συναντηθεί με τον Ιωαννίδη χωρίς να το επιτυγχάνει, με ωδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι Αμερικανοί ανησυχούσαν διά την αποτυχίαν των Τούρκων εισβολέων, παρά τας συνεχείς προσπάθειες των, να δημιουργήσουν ικανόν προγεφύρωμα στην Κύπρον κατά την πρώτη ημέραν της εισβολής των και επιθυμούσαν να τους βοηθήσουν διά της μεταδόσεως πληροφοριών περί των ενεργειών και των προθέσεών μας.»
Βρετανοί: «Την επομένην, 22α Ιουλίου, οι Άγγλοι μάλλον εκ κατασκόπων πληροφορηθέντες τα της αεροπορικής αφίξεως δυνάμεως εις Κύπρον, απέστειλαν προς το ΑΕΔ σήμα, διά του οποίου υπενθύμιζαν ότι βάσει των Συμφωνιών Εγκαθιδρύσεως των Βρεταννικών βάσεων εις Κύπρον, η Βρεταννία διετήρει την ευθύνην του ελέγχου του εναερίου χώρου της Κύπρου. Και μας προειδοποιούσαν ότι εφ’ εξής θα αναχαιτίζουν κάθε αεροπλάνον το οποίον θα υπερίπταται της Κύπρου άνευ αδείας των. Το σήμα ελήφθη από τον ΔΑΚ/ΑΔΕ Υποστράτηγον Χανιώτην. Όταν μου το προσεκόμισε και το ανέγνωσα, διηρωτήθην διατί αυτή η αγγλική ευαισθησία έναντι των ελληνικών αεροσκαφών; Τα τουρκικά αεροπλάνα που εβομβάρδιζαν την Κύπρον, είχον λάβει άδεια από τους Βρεταννούς;»
Επιμύθιο
Τα όσα παρατέθηκαν παραπάνω αφορούν την περίοδο της πρώτης φάσεως της επιχειρήσεως «Αττίλα» που έλαβε χώρα επί κυβερνήσεως Ιωαννίδη. Όπως γίνεται εμφανές το καθεστώς είχε την ατυχία να έχει ως επικεφαλής των Ένοπλων Δυνάμεων ανθρώπους που επιθυμούσαν την ανατροπή του. Αυτό, βεβαίως, με την συμβολή των ξένων δυνάμεων έγινε μέσω μίας εθνικής τραγωδίας, πάνω στο αίμα των νεκρών και τα δάκρυα των συγγενών των αγνοούμενων.
Εν τέλει το καθεστώς «πολιτικοποιήθηκε» και ο ερχομός του Καραμανλή συνοδεύτηκε από χιλιάδες Ελλήνων με... κεριά. Κεριά που δεν είχαν αναφτεί για τις ψυχές των Κυπρίων αδελφών μας, αλλά για τον ερχομό ενός πολιτικάντη, ο οποίος λίγες ημέρες μετά θα έλεγε το περιβόητο «η Κύπρος κείται μακράν», που θα σφράγιζε την τραγωδία του 1974.
Κώστας Αλεξανδράκης
Από το 13ο τεύχος του περιοδικού Μαίανδρος
Ομολογία Βούτση: “Χάθηκαν” 11 βασικές μαρτυρικές καταθέσεις από τον Φάκελο της Κύπρου - Η Χρυσή Αυγή έφερε το θέμα στην βουλή