Κάθε χρόνο αρχές Μαΐου πραγματοποιείται στην Μόσχα η μεγάλη
στρατιωτική «Παρέλαση της Νίκης» των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, μια
παρέλαση που γίνεται με αφορμή την ήττα της Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο. Στην φετινή παρέλαση που θα διεξαχθεί στις 10 Μαΐου και
σηματοδοτεί την 73η επέτειο της ήττας της Γερμανίας, ο Ρώσος πρόεδρος
έχει καλέσει να παραστεί στην εξέδρα των επισήμων τον ισραηλινό
πρωθυπουργό Νετανιάχου. Η ετήσια αυτή παρέλαση δίνει πάντα την
δυνατότητα στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις να επιδείξουν τα τελευταία
σύγχρονα οπλικά τους συστήματα καθώς και την στρατιωτική τους δύναμη.
Πρόσφατα ο ισραηλινός υπουργός Άμυνας Αβιγκντόρ Λίμπερμαν σχολίασε
με υπεροπτικό ύφος ότι οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις δεν θα διστάσουν
να επιτεθούν σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις στην Συρία στις οποίες έχουν
αναπτυχθεί ρωσικά οπλικά συστήματα, εννοώντας προφανώς τα προηγμένα
αντιπυραυλικά-αντιαεροπορικά συστήματα S-300 και S-400. Ο Πούτιν
καλώντας τον Νετανιάχου να παραστεί στην μεγαλειώδη παρέλαση της Μόσχας
φαίνεται να υπολογίζει ότι ο ισραηλινός πρωθυπουργός θα αντιληφθεί
εγκαίρως την δύναμη και τεχνολογική υπεροχή των ρωσικών οπλικών
συστημάτων και επιστρέφοντας στο Τελ Αβίβ θα συμβουλεύσει τον Λίμπερμαν
να μετριάσει τουλάχιστον τα λόγια του και να σκεφτεί πολύ σοβαρά πριν
αποφασίσει να εξαπολύσει επίθεση εναντίον εγκαταστάσεων στην Συρία που
καλύπτονται από ρωσικά οπλικά συστήματα.
Η τακτική που ακολουθεί η Μόσχα σχετικά με το θέμα αυτό δεν είναι κάτι το νέο. Συχνά οι Ρώσοι ηγέτες προσκαλούν αξιωματούχους από ξένα κράτη να παραστούν στην «Παρέλαση της Νίκης» για να τους εντυπωσιάσουν με την δύναμη και την τεχνολογική επάρκεια των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, πριν τους καλέσουν σε ιδιαίτερη συζήτηση για τα περαιτέρω. Στην περίπτωση του Νετανιάχου ο Πούτιν θα συζητήσει μαζί του προφανώς για την τύχη της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν (P5+1) και την κατάσταση στην Συρία. Η ημερομηνία της παρέλασης (10 Μαΐου) συμπίπτει χρονικά με την ημερομηνία 12 Μαΐου κατά την οποία η Ουάσιγκτον θα αποφασίσει την επαναπιστοποίηση ή την απόσυρση της από την πυρηνική συμφωνία P5+1 του 2015.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο Ρώσος πρόεδρος θα δώσει τα εξής μηνύματα στον Νετανιάχου: Πρώτον, η Μόσχα έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μια στρατιωτική σύγκρουση Ιράν-Ισραήλ είναι αναπόφευκτη. Δεύτερον, το Τελ Αβίβ θα πρέπει να σταματήσει να απειλεί τα ρωσικά συμφέροντα στην Συρία. Τρίτον, εφόσον η Ουάσιγκτον αποφασίσει να καταγγείλει την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, θέμα για το οποίο έχει πρωτοστατήσει ο Νετανιάχου και το ισραηλινό λόμπι, τότε ουδείς στην Μέση Ανατολή πλην της Ρωσίας είναι ικανός για να διαμεσολαβήσει με την Τεχεράνη, μια διαμεσολάβηση που μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας για το Τελ Αβίβ σε περίπτωση ισραηλινο-ιρανικών εχθροπραξιών στην περιοχή. Τέταρτον, ο Πούτιν θα ζητήσει από τον Νετανιάχου να αποφύγουν οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις να βλάψουν, ακόμη και από λάθος, Ρώσους στρατιώτες ή ρωσικές εγκαταστάσεις στην Συρία αν ξεσπάσει πόλεμος Ιράν-Ισραήλ.
Είναι φανερό ότι η Ρωσία αντιλαμβάνεται το Ισραήλ ως τον σημαντικότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στο περιβάλλον της Μέσης Ανατολής, κάτι που σημαίνει ότι είναι απρόθυμη στο να δεχτεί τις οποιεσδήποτε παρεμβάσεις και επιρροές του ιουδαϊκού κράτους στην περιοχή. Ρωσία, Ιράν και Συρία έχουν συμμαχήσει για να μειώσουν την σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή και προφανώς αντίπαλος τους είναι και οι ηγεμονικές φιλοδοξίες του Ισραήλ που δρα εξ ονόματος των ΗΠΑ στην περιοχή.
Το Ισραήλ εισέρχεται σταδιακά σε μια δύσκολη για την αμυντική του πολιτική κατάσταση, μια κατάσταση στην οποία θα πρέπει να επιλέξει είτε την ανοικτή ρήξη με την Ρωσία και το Ιράν ή κατά το κοινώς λεγόμενο να «καθίσει στα αυγά του» και να θερίσει τις θύελλες που το ίδιο έσπειρε στην Μέση Ανατολή. Η πλοήγηση στην περιοχή μεταξύ βράχων όπως η Ρωσία και το Ιράν, καθώς και η εξελισσόμενη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ του Μπόλτον και Πομπέο αποτελούν ακόμη και για την πολύπειρη ισραηλινή αμυντική πολιτική ένα τεράστιο ακανθώδες δίλημμα και δυσεπίλυτο πρόβλημα με ζωτικής σημασίας προεκτάσεις.
Γ. Λιναρδής
Η τακτική που ακολουθεί η Μόσχα σχετικά με το θέμα αυτό δεν είναι κάτι το νέο. Συχνά οι Ρώσοι ηγέτες προσκαλούν αξιωματούχους από ξένα κράτη να παραστούν στην «Παρέλαση της Νίκης» για να τους εντυπωσιάσουν με την δύναμη και την τεχνολογική επάρκεια των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, πριν τους καλέσουν σε ιδιαίτερη συζήτηση για τα περαιτέρω. Στην περίπτωση του Νετανιάχου ο Πούτιν θα συζητήσει μαζί του προφανώς για την τύχη της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν (P5+1) και την κατάσταση στην Συρία. Η ημερομηνία της παρέλασης (10 Μαΐου) συμπίπτει χρονικά με την ημερομηνία 12 Μαΐου κατά την οποία η Ουάσιγκτον θα αποφασίσει την επαναπιστοποίηση ή την απόσυρση της από την πυρηνική συμφωνία P5+1 του 2015.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο Ρώσος πρόεδρος θα δώσει τα εξής μηνύματα στον Νετανιάχου: Πρώτον, η Μόσχα έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μια στρατιωτική σύγκρουση Ιράν-Ισραήλ είναι αναπόφευκτη. Δεύτερον, το Τελ Αβίβ θα πρέπει να σταματήσει να απειλεί τα ρωσικά συμφέροντα στην Συρία. Τρίτον, εφόσον η Ουάσιγκτον αποφασίσει να καταγγείλει την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, θέμα για το οποίο έχει πρωτοστατήσει ο Νετανιάχου και το ισραηλινό λόμπι, τότε ουδείς στην Μέση Ανατολή πλην της Ρωσίας είναι ικανός για να διαμεσολαβήσει με την Τεχεράνη, μια διαμεσολάβηση που μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας για το Τελ Αβίβ σε περίπτωση ισραηλινο-ιρανικών εχθροπραξιών στην περιοχή. Τέταρτον, ο Πούτιν θα ζητήσει από τον Νετανιάχου να αποφύγουν οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις να βλάψουν, ακόμη και από λάθος, Ρώσους στρατιώτες ή ρωσικές εγκαταστάσεις στην Συρία αν ξεσπάσει πόλεμος Ιράν-Ισραήλ.
Είναι φανερό ότι η Ρωσία αντιλαμβάνεται το Ισραήλ ως τον σημαντικότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στο περιβάλλον της Μέσης Ανατολής, κάτι που σημαίνει ότι είναι απρόθυμη στο να δεχτεί τις οποιεσδήποτε παρεμβάσεις και επιρροές του ιουδαϊκού κράτους στην περιοχή. Ρωσία, Ιράν και Συρία έχουν συμμαχήσει για να μειώσουν την σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή και προφανώς αντίπαλος τους είναι και οι ηγεμονικές φιλοδοξίες του Ισραήλ που δρα εξ ονόματος των ΗΠΑ στην περιοχή.
Το Ισραήλ εισέρχεται σταδιακά σε μια δύσκολη για την αμυντική του πολιτική κατάσταση, μια κατάσταση στην οποία θα πρέπει να επιλέξει είτε την ανοικτή ρήξη με την Ρωσία και το Ιράν ή κατά το κοινώς λεγόμενο να «καθίσει στα αυγά του» και να θερίσει τις θύελλες που το ίδιο έσπειρε στην Μέση Ανατολή. Η πλοήγηση στην περιοχή μεταξύ βράχων όπως η Ρωσία και το Ιράν, καθώς και η εξελισσόμενη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ του Μπόλτον και Πομπέο αποτελούν ακόμη και για την πολύπειρη ισραηλινή αμυντική πολιτική ένα τεράστιο ακανθώδες δίλημμα και δυσεπίλυτο πρόβλημα με ζωτικής σημασίας προεκτάσεις.
Γ. Λιναρδής