Άρθρο της διευθύντριας της εφημερίδας "Εμπρός", Ειρήνης Δημοπούλου - Παππά στην στήλη "Εγέρθητι"
Οταν ήμουν νεαρή «μαθητευόμενη» Εθνικίστρια, εκεί στα μέσα της
δεκαετίας του 1980, το κύριο πεδίο δραστηριοτήτων των Εθνικιστών ήταν τα
μνημόσυνα. Το Αγιονόρι, ο Φενεός, και βέβαια ο Μελιγαλάς, ο Γράμμος και
το Βίτσι, αποτελούσαν σημεία συναντήσεως Εθνικιστών ποικίλης
προελεύσεως και προσανατολισμού, από ολόκληρη την Ελλάδα. Οικογένειες
ολόκληρες εξέδραμαν, προμηθεύονταν μπρελόκ με τον Τέως (ένας είναι ο
Τέως) και τον Πρόεδρο (ένας είναι ο Πρόεδρος), παρακολουθούσαν το
μνημόσυνο σταυροκοπούμενοι, έπιαναν την σκιά στις ομιλίες των διαφόρων
γραμματέων συλλόγων και κομμάτων-σφραγίδων, και εν συνεχεία
κατευθύνονταν στα ειδοποιημένα ταβερνάκια της περιοχής για τοπικές
νοστιμιές.
Ήταν μια σχετικώς αγνή εποχή. Οι άνθρωποι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να διατηρήσουν ζωντανή την μνήμη που γλιστρούσε από τα χέρια τους από την μέρα που νίκησαν στον Γράμμο και το Βίτσι. Νίκησαν, αλλά συμπεριφέρθηκαν ως ηττημένοι. Ηττήθηκαν γιατί έδειξαν αδυναμία, συγχωρητικότητα και υποχωρητικότητα, εκεί όπου είχαν καθήκον απέναντι στους νεκρούς και αναπήρους δια βίου συμπολεμιστές τους, να συνεχίσουν με ειρηνικά μέσα τον αγώνα που κέρδισαν στα πεδία των μαχών. Πολλοί Εθνικιστές, βασιλόφρονες, χουντικοί, πατριώτες, έδωσαν από τότε την μάχη τους, ελπίζοντας, αλλά μη πιστεύοντας ότι κάποτε θα έχουν την δυνατότητα να πάρουν την Πατρίδα από τα χέρια του επελαύνοντος ΠΑΣΟΚ.
Ξύπνιοι οι Πασόκοι, φρόντισαν να βρουν δανεικά κι αγύριστα για να μπουκώσουν τα στόματα και να γεμίσουν τις κοιλιές αυτών που σήμερα διαμαρτύρονται γιατί τους κόβονται οι συντάξεις, τότε όμως επαίρονταν πως «η ζωή συνεχώς βελτιώνεται» και σκορπούσαν αλόγιστα στα μπουζούκια, τις βίλες, και τα λοιπά νεοπλουτίστικα. Ξύπνιοι κι οι Νεοδημοκράτες, δεν εφείσθησαν υποσχέσεων προς τους «ακραίους» ώστε να γεμίζει το εκλογικό σακούλι, και να απολαμβάνουν τα προνόμοια του καθεστώτος της Μεταπολιτεύσεως το οποίο επέβαλαν. Αν κάποιοι «πατριώτες» έλαβαν κάποτε κάτι στα κρυφά, για να διασπάσουν και να διασπαστούν, και να στηρίξουν την «μητριά» ΝΔ, είναι ένα άλλο ζήτημα που βαρύνει τους ίδιους, την συνείδηση και την ψυχή τους.
Και να που σήμερα βρισκόμαστε εδώ, στο 2017. Κι αυτό που ως έφηβοι και έφηβες πιστέψαμε κι ελπίσαμε, η ηθική και πνευματική επανάσταση για την οποία μελετήσαμε, οραματιστήκαμε και για την οποία χτίσαμε τους εαυτούς μας και τους συμμαχητές μας, βρίσκεται στα δικά μας χέρια, εξολοκλήρου ή περίπου. Και κάπου εδώ, οφείλουμε να πάρουμε μια αναπνοή. Να κάνουμε μια παύση στον θόρυβο των ζήτω και των συνθημάτων, και να δούμε αυτή η κεκτημένη ταχύτητα αν μας οδηγεί εκεί που θέλουμε εμείς ή εκεί που θέλει το Σύστημα να πάμε.
Η τιμή στους προγόνους αποτελεί όχι μόνο καθήκον, - που λίγο με αγγίζει ως ιδεολογικό τσιτάτο- αλλά έμφυτη, «κατά Φύση» ανάγκη των ανθρώπων, όπως μαρτυρεί η Ιστορική πραγματικότητα. Μα πιο πολλή αξία από την Μνήμη και την Τιμή, έχει το «πολλώ κάρρονες». Εμείς όμως θα γίνουμε καλύτεροι. Θα γίνουμε; Θαρρώ πως ναι. Έχουμε περπατήσει την υπόθεση, τις Ιδέες, την Ελπίδας, πολύ πιο μπροστά. Είμαστε περισσότεροι, κι ακόμη πιο πολλοί που ακόμα δεν ακολουθούν, βρίσκονται στο κατώφλι μας και περιμένουν. Περιμένουν όχι το πούλμαν και τις φωτογραφίες που θα δώσουν ένα νόημα στην καθημερινότητά τους, όχι μόνο καταδίκες και πολώσεις τις οποίες επιδιώκει το Σύστημα.
Το είδαμε τούτες τις μέρες με την υπόθεση του Ταλίν που συμπίπτει με την νίκη των Ελληνικών δυνάμεων στον Γράμμο και το Βίτσι. Και καλώς αναδεικνύονται τα εγκλήματα των κομμουνιστών που κουκουλώνουν οι πένες και οι μουσικές των στρατευμένων στην Αριστερά συγγραφέων, διανοουμένων και συνθετών. Μα για τα εγκλήματα του Καπιταλισμού, αυτά που ζούμε τώρα, στις μέρες μας, τα χρόνια των μνημονίων, του διεθνισμού, της ισοπέδωσης των Εθνών-κρατών, ποιος θα μιλήσει;
Ποιος άλλος μπορεί από εμάς τους Εθνικιστές, εμάς που αμφισβητήσαμε και αμφισβητούμε τους νικητές του Ευρωπαϊκού Πολέμου, αυτούς που έστρεψαν με το χρήμα και την πανουργία τα έθνη μας το ένα εναντίον του άλλου για να έρθουν να μοιραστούν τα ιμάτια της σταυρωμένης στο άρμα Αμερικής και Σοβιετίας, Ευρώπης; Η απάντησή μας στις προκλήσεις του Σήμερα, δεν μπορεί να είναι «μνημόσυνα». «Ακολούθει μοι και άφες τους νεκρούς να θάψωσι τους εαυτών νεκρούς», είπε ο ξανθός, γαλανομάτης Ναζωραίος σε κείνον που πρόθυμα θα τον ακολουθούσε, μόλις τελείωναν οι υποχρεώσεις και αποστρατευόταν από την ζωή. Μια μέρα, στο μέλλον. Η απάντηση του Χριστού ήταν «ακολούθησέ με τώρα. Και άφησε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους».
Ο λαός θεωρεί τις Ιδέες περιττή πολυτέλεια. Θέλει άρτο και θεάματα. Κι αυτό το ξέρει το Σύστημα. Ας μην είμαστε το θέαμα στο τσίρκο της κάλπικης δημοκρατίας του, μαρξιστικής ή ροκφελερικής. Ας αφήσουμε τους πνευματικά νεκρούς να θάψουν αυτούς που έχουν πεθάνει ήδη. Για το Σύστημα, ο ηγέτης - φιλόσοφος, όπως αυτός που προκρίνει ο θείος Πλάτων, είναι ένα από τα πιο επικίνδυνα πράγματα που μπορεί να του συμβούν. Η χρεοκοπημένη ακροδεξιά και το αταβιστικό «αντί» όπου μας θέλει το Σύστημα δεν είναι ο δρόμος μας.
Ο Εθνικισμός μας είναι η μόνη λύση στα τρέχοντα, φλέγοντα προβλήματα του λαού μας και, κυρίως, η απάντηση της Ζωής στην πνευματική νέκρωση και την μοιρολατρική δικτατορία του Φόβου. Ας αφήσουμε τους νεκρούς, κι ας πιάσουμε τους ζωντανούς.
Ήταν μια σχετικώς αγνή εποχή. Οι άνθρωποι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να διατηρήσουν ζωντανή την μνήμη που γλιστρούσε από τα χέρια τους από την μέρα που νίκησαν στον Γράμμο και το Βίτσι. Νίκησαν, αλλά συμπεριφέρθηκαν ως ηττημένοι. Ηττήθηκαν γιατί έδειξαν αδυναμία, συγχωρητικότητα και υποχωρητικότητα, εκεί όπου είχαν καθήκον απέναντι στους νεκρούς και αναπήρους δια βίου συμπολεμιστές τους, να συνεχίσουν με ειρηνικά μέσα τον αγώνα που κέρδισαν στα πεδία των μαχών. Πολλοί Εθνικιστές, βασιλόφρονες, χουντικοί, πατριώτες, έδωσαν από τότε την μάχη τους, ελπίζοντας, αλλά μη πιστεύοντας ότι κάποτε θα έχουν την δυνατότητα να πάρουν την Πατρίδα από τα χέρια του επελαύνοντος ΠΑΣΟΚ.
Ξύπνιοι οι Πασόκοι, φρόντισαν να βρουν δανεικά κι αγύριστα για να μπουκώσουν τα στόματα και να γεμίσουν τις κοιλιές αυτών που σήμερα διαμαρτύρονται γιατί τους κόβονται οι συντάξεις, τότε όμως επαίρονταν πως «η ζωή συνεχώς βελτιώνεται» και σκορπούσαν αλόγιστα στα μπουζούκια, τις βίλες, και τα λοιπά νεοπλουτίστικα. Ξύπνιοι κι οι Νεοδημοκράτες, δεν εφείσθησαν υποσχέσεων προς τους «ακραίους» ώστε να γεμίζει το εκλογικό σακούλι, και να απολαμβάνουν τα προνόμοια του καθεστώτος της Μεταπολιτεύσεως το οποίο επέβαλαν. Αν κάποιοι «πατριώτες» έλαβαν κάποτε κάτι στα κρυφά, για να διασπάσουν και να διασπαστούν, και να στηρίξουν την «μητριά» ΝΔ, είναι ένα άλλο ζήτημα που βαρύνει τους ίδιους, την συνείδηση και την ψυχή τους.
Και να που σήμερα βρισκόμαστε εδώ, στο 2017. Κι αυτό που ως έφηβοι και έφηβες πιστέψαμε κι ελπίσαμε, η ηθική και πνευματική επανάσταση για την οποία μελετήσαμε, οραματιστήκαμε και για την οποία χτίσαμε τους εαυτούς μας και τους συμμαχητές μας, βρίσκεται στα δικά μας χέρια, εξολοκλήρου ή περίπου. Και κάπου εδώ, οφείλουμε να πάρουμε μια αναπνοή. Να κάνουμε μια παύση στον θόρυβο των ζήτω και των συνθημάτων, και να δούμε αυτή η κεκτημένη ταχύτητα αν μας οδηγεί εκεί που θέλουμε εμείς ή εκεί που θέλει το Σύστημα να πάμε.
Η τιμή στους προγόνους αποτελεί όχι μόνο καθήκον, - που λίγο με αγγίζει ως ιδεολογικό τσιτάτο- αλλά έμφυτη, «κατά Φύση» ανάγκη των ανθρώπων, όπως μαρτυρεί η Ιστορική πραγματικότητα. Μα πιο πολλή αξία από την Μνήμη και την Τιμή, έχει το «πολλώ κάρρονες». Εμείς όμως θα γίνουμε καλύτεροι. Θα γίνουμε; Θαρρώ πως ναι. Έχουμε περπατήσει την υπόθεση, τις Ιδέες, την Ελπίδας, πολύ πιο μπροστά. Είμαστε περισσότεροι, κι ακόμη πιο πολλοί που ακόμα δεν ακολουθούν, βρίσκονται στο κατώφλι μας και περιμένουν. Περιμένουν όχι το πούλμαν και τις φωτογραφίες που θα δώσουν ένα νόημα στην καθημερινότητά τους, όχι μόνο καταδίκες και πολώσεις τις οποίες επιδιώκει το Σύστημα.
Το είδαμε τούτες τις μέρες με την υπόθεση του Ταλίν που συμπίπτει με την νίκη των Ελληνικών δυνάμεων στον Γράμμο και το Βίτσι. Και καλώς αναδεικνύονται τα εγκλήματα των κομμουνιστών που κουκουλώνουν οι πένες και οι μουσικές των στρατευμένων στην Αριστερά συγγραφέων, διανοουμένων και συνθετών. Μα για τα εγκλήματα του Καπιταλισμού, αυτά που ζούμε τώρα, στις μέρες μας, τα χρόνια των μνημονίων, του διεθνισμού, της ισοπέδωσης των Εθνών-κρατών, ποιος θα μιλήσει;
Ποιος άλλος μπορεί από εμάς τους Εθνικιστές, εμάς που αμφισβητήσαμε και αμφισβητούμε τους νικητές του Ευρωπαϊκού Πολέμου, αυτούς που έστρεψαν με το χρήμα και την πανουργία τα έθνη μας το ένα εναντίον του άλλου για να έρθουν να μοιραστούν τα ιμάτια της σταυρωμένης στο άρμα Αμερικής και Σοβιετίας, Ευρώπης; Η απάντησή μας στις προκλήσεις του Σήμερα, δεν μπορεί να είναι «μνημόσυνα». «Ακολούθει μοι και άφες τους νεκρούς να θάψωσι τους εαυτών νεκρούς», είπε ο ξανθός, γαλανομάτης Ναζωραίος σε κείνον που πρόθυμα θα τον ακολουθούσε, μόλις τελείωναν οι υποχρεώσεις και αποστρατευόταν από την ζωή. Μια μέρα, στο μέλλον. Η απάντηση του Χριστού ήταν «ακολούθησέ με τώρα. Και άφησε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους».
Ο λαός θεωρεί τις Ιδέες περιττή πολυτέλεια. Θέλει άρτο και θεάματα. Κι αυτό το ξέρει το Σύστημα. Ας μην είμαστε το θέαμα στο τσίρκο της κάλπικης δημοκρατίας του, μαρξιστικής ή ροκφελερικής. Ας αφήσουμε τους πνευματικά νεκρούς να θάψουν αυτούς που έχουν πεθάνει ήδη. Για το Σύστημα, ο ηγέτης - φιλόσοφος, όπως αυτός που προκρίνει ο θείος Πλάτων, είναι ένα από τα πιο επικίνδυνα πράγματα που μπορεί να του συμβούν. Η χρεοκοπημένη ακροδεξιά και το αταβιστικό «αντί» όπου μας θέλει το Σύστημα δεν είναι ο δρόμος μας.
Ο Εθνικισμός μας είναι η μόνη λύση στα τρέχοντα, φλέγοντα προβλήματα του λαού μας και, κυρίως, η απάντηση της Ζωής στην πνευματική νέκρωση και την μοιρολατρική δικτατορία του Φόβου. Ας αφήσουμε τους νεκρούς, κι ας πιάσουμε τους ζωντανούς.