«(.....) Από τα ίδια τα θύματα μαθαίνεις πως σου κάνουν ένα
αλμυρό κλύσμα από το λαρύγγι και σε αφήνουν ύστερα για ένα
εικοσιτετράωρο στο «κουτί» να σε βασανίζει η δίψα (όπως τον Καρπούνιτς).
Ή σου γδέρνουν με τρίφτη την πλάτη ώσπου να ματώσει και την αλείβουν
έπειτα με νέφτι (ο ταξίαρχος Ρούντολφ Πίντσωφ έπαθε και το ένα και το
άλλο και, εκτός από αυτά, του μπήγανε βελόνες κάτω από τα νύχια και τον
ανάγκαζαν να πιει τόσο νερό, ώσπου πρηζόταν, γιατί του ζητούσαν να
υπογράψει ένα πρωτόκολλο ότι ήθελε, στην παρέλαση για την επέτειο της
Οκτωβριανής Επανάστασης, να κινήσει μια θωρακισμένη ταξιαρχία εναντίον
της κυβέρνησης).Και από τον Αλεξάντρωφ, πρώην διευθυντή του καλλιτεχνικού τμήματος της Πανενωσιακής Επιτροπής Πολιτιστικών Σχέσεων, που με σπασμένη τη ραχοκοκαλιά του γέρνει στο πλάι και δεν μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυά του, μαθαίνει κανείς πως ΧΤΥΠΑΕΙ (το 1948) ο ίδιος ο Bίκτωρ Σεμυόνοβιτς Αμπακούμωφ!
Ναι, ναι, ο ίδιος ο υπουργός της Κρατικής Ασφάλειας Αμπακούμωφ
δεν περιφρονεί καθόλου αυτή τη χοντροδουλειά, δεν διστάζει να πιάνει στο
χέρι του το λαστιχένιο μαστίγιο. Ο αντικαταστάτης του, ο Ριούμιν,
δέρνει ακόμα πιο ευχαρίστως. Το κάνει στις φυλακές της Σουχάνοφκα, στο
«στρατηγικό» ανακριτικό γραφείο. Το γραφείο αυτό έχει στους τοίχους
επένδυση σε απομίμηση καρυδιάς, μεταξωτά παραπετάσματα στις πόρτες και
στα παράθυρα, και ένα μεγάλο περσικό χαλί στο πάτωμα. Για να μη λερώσουν
αυτό το ωραίο κομμάτι, έστρωναν πάνω στο χαλί έναν βρώμικο διάδρομο με
λεκέδες από αίμα για τον κρατούμενο που θα δέρνανε. Στον ξυλοδαρμό, τον
Ριούμιν δεν τον βοηθούσε κανένας δεσμοφύλακας, αλλά ένας συνταγματάρχης.
«Έτσι λοιπόν;» λεει ευγενικά ο Ριούμιν και χαϊδεύει ένα λαστιχένιο
μαστίγιο με πάχος κάπου τεσσερισήμισι πόντους. «Αντέξατε περίφημα στη
δοκιμασία της αϋπνίας» – (ο Αλ–ντρ Ντ. κατάφερε να κρατήσει ένα μήνα
χωρίς ύπνο. Κοιμόταν ενώ στεκόταν όρθιος) – «θα δοκιμάσουμε τώρα το
μαστίγιο. Σε μας δεν αντέχουν περισσότερο από δυο–τρεις παρτίδες.
Κατεβάστε τα παντελόνια σας και ξαπλώστε στον διάδρομο». Ο
συνταγματάρχης κάθεται στην πλάτη του θύματος. Ο Α. Ντ. ετοιμάζεται να
μετρήσει ταχτυπήματα. Δεν ξέρει ακόμα τι σημαίνει χτύπημα με λαστιχένιο
μαστίγιο στο ισχιακό νεύρο, όταν οι γλουτοί έχουν αδυνατίσει έπειτα από
μακροχρόνια ασιτία. Δεν πονάει μόνο το μέρος που δέχεται το χτύπημα, από
τον πόνο το κεφάλι ανοίγει στα δυο. Από το πρώτο κιόλας χτύπημα το θύμα
τρελαίνεται από τον πόνο και σπάζει τα νύχια του πάνω στον διάδρομο.
Ο Ριούμιν χτυπάει και προσπαθεί να πετύχει το σωστό μέρος. Ο
συνταγματάρχης πιέζει με όλο τον παχύσαρκο όγκο του – σ' αυτή τη δουλειά
ταιριάζει θαυμάσια να παραστέκονται στον παντοδύναμο Ριούμιν οι
επωμίδες με τα τρία αστέρια!Έπειτα από αυτή την παρτίδα το θύμα δεν μπορεί να περπατήσει καθόλου, αλλά δεν τον μεταφέρουν σηκωτό, τον σέρνουν στο πάτωμα. Οι γλουτοί του πρήζονται σε λίγο σε τέτοιο βαθμό, ώστε του είναι αδύνατο να κουμπώσει το παντελόνι του, σημάδια όμως δεν μένουν σχεδόν καθόλου. Τον πιάνει φοβερή ευκοιλιότητα και, καθισμένος στη βούτα, στο μοναχικό του κελί, ο Ντ. γελάει σαν παλαβός. Τον περιμένει ακόμα μια δεύτερη παρτίδα, και μια τρίτη. Το δέρμα του θα σκάση, ο εξαγριωμένος Ριούμιν θα αρχίσει να τον χτυπάει στην κοιλιά, θα του σπάσει το περιτόναιο και τα έντερα θα κυλήσουν έξω, σαν τεράστια κήλη. Θα μεταφέρουν τότε τον κρατούμενο με περιτονίτιδα στο νοσοκομείο του Μπουτύρκι και θα σταματήσουν προσωρινά τις προσπάθειες για να τον αναγκάσουν να κάνει μιαν ατιμία.»
Α.Κωνσταντίνου
Τ.Ο. Αμπελοκήπων