Η 72η επέτειος του βομβαρδισμού της Χιροσίμα και Ναγκασάκι με
αμερικανικές πυρηνικές βόμβες, που κόστισε την ζωή 250.000 Ιαπώνων,
σηματοδοτήθηκε με εκατέρωθεν απειλές της Βόρειας Κορέας και των ΗΠΑ για
ένα πυρηνικό πόλεμο στην Ασία που θα είχε ως αποτέλεσμα ανυπολόγιστες
καταστροφές για όλη την ανθρωπότητα. Ο βορειοκορεάτης
ανισόρροπος ηγέτης Κιμ Γιόνγκ Ουν απειλεί την αμερικανική βάση στην νήσο
Γκουάμ στον Ειρηνικό με βαλλιστικούς πυραύλους που μπορούν να φέρουν
πυρηνική κεφαλή, ενώ ο Τραμπ προειδοποιεί την Πιονγκγιάνγκ με «φωτιά
και μανία όπως ο κόσμος δεν έχει δει ποτέ».
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ρεξ Τίλερσον προσπάθησε να μειώσει τις ψυχρές συνέπειες της δήλωσης Τραμπ, λέγοντας ότι το
σχόλιο του αμερικανού προέδρου ήταν «αυθόρμητο και απρογραμμάτιστο»,
προσθέτοντας ότι «οι Αμερικανοί θα πρέπει να κοιμούνται καλά την νύχτα
χωρίς να ανησυχούν για την ρητορική των τελευταίων ημερών». Ο
υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ στρατηγός Τζέιμς Ματτίς, ίσως ο πιο ψύχραιμος
και μετριοπαθής της αμερικανικής κυβέρνησης, κάλεσε την Βόρεια Κορέα «να
σταματήσει τις ενέργειες που θα οδηγήσουν στο τέλος του καθεστώτος της
και στην καταστροφή του λαού της». Ο Ματτίς γνωρίζει πολύ καλά ότι σε
περίπτωση που η Πιονγκγιάνγκ αποτολμήσει ένα πρώτο πυρηνικό πλήγμα κατά
οποιουδήποτε αντιπάλου, αυτό θα σημάνει και την εξαφάνιση της χώρας από
τον χάρτη. Εφόσον λοιπόν ο Κιμ Γιόνγκ Ουν δεν έχει αυτοκτονικές τάσεις,
είτε έχει την βόμβα υδρογόνου είτε όχι, δεν απειλεί την εθνική
κυριαρχία και ασφάλεια κανενός κράτους. Η πυρηνική απειλή της Βόρειας
Κορέας προς τις ΗΠΑ, την Νότιο Κορέα, την Ιαπωνία ή την νήσο Γκουάμ
ισούται με μηδέν, κάτι βέβαια που γνωρίζει πολύ καλά η Ουάσιγκτον.
Ολόκληρη η βάση της τρέχουσας ρητορικής σύγκρουσης και αντιπαράθεσης Βόρειας Κορέας-ΗΠΑ είναι η απαίτηση της Ουάσιγκτον να σταματήσει το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ τις δοκιμές πυρηνικών όπλων και βαλλιστικών πυραύλων και να απαξιώσει ολόκληρη την πυρηνική της ικανότητα και τεχνολογία. Όμως η κυβέρνηση του «τρελού» Κιμ έχει πλήρη επίγνωση της τύχης άλλων καθεστώτων που υποκλίθηκαν σε τέτοιες απαιτήσεις.
Το Ιράκ που όπως και η Βόρεια Κορέα είχε ανακηρυχθεί από τον Τζορτζ Μπους σε «άξονα του κακού» (axis of evil) συμφώνησε να παραιτηθεί από τα όπλα μαζικής καταστροφής, αλλά παρ’ όλα αυτά οι ΗΠΑ εισέβαλλαν στην χώρα το 2003 με το πρόσχημα ότι είχε διατηρήσει αυτά τα όπλα (ως γνωστό όπλα μαζικής καταστροφής δεν βρέθηκαν ποτέ στο Ιράκ). Ο πόλεμος των ΗΠΑ στοίχισε την ζωή περίπου ενός εκατομμυρίου Ιρακινών με όλα τα γνωστά επακόλουθα και τελείωσε με τον απαγχονισμό του Σαντάμ. Ομοίως ο Καντάφι της Λιβύης συμφώνησε να παραιτηθεί από το πρόγραμμα όπλων του με επακόλουθο την εισβολή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ το 2011, την διάλυση της χώρας του και το λιντσάρισμα του ιδίου. Το σκεπτικό λοιπόν του σταλινικού καθεστώτος της Βόρειας Κορέας είναι ότι το πυρηνικό πρόγραμμα είναι το μόνο πράγμα που κρατά την χώρα και την κυβέρνηση της από παρόμοια μοίρα.
Διάφορες ομάδες προβληματισμού, τα λεγόμενα think tanks, που επεξεργάζονται την αμερικανική πολιτική άμυνας και ασφάλειας καθώς και ΜΜΕ ισχυρίζονται ότι η Πιονγκγιάνγκ έχει ήδη γίνει πυρηνική δύναμη και μπορεί να αναπτύξει πυρηνικές κεφαλές και διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους ακριβείας που θα μπορούσαν να πλήξουν στόχους αμερικανικών συμφερόντων. Αυτοί οι ισχυρισμοί είναι τόσο ακριβείς όσο και οι ισχυρισμοί περί των ιρακινών όπλων μαζικής καταστροφής του Σαντάμ. Χωρίς επ’ ουδενί να θέλουμε να υπερασπιστούμε το τυραννικό καθεστώς του ανισόρροπου σταλινικού Κιμ Γιόνγκ Ουν, η Ουάσιγκτον η οποία διακηρύσσει ότι τα πυρηνικά της Βόρειας Κορέας είναι μια υπαρξιακή απειλή, βοηθά και αποδέχεται εξ ίσου επιθετικά καθεστώτα όπως αυτά του Πακιστάν, του Ισραήλ και της Τουρκίας να αναπτύξουν το δικό τους πυρηνικό οπλοστάσιο και να απειλούν τα γειτονικά τους κράτη.
Η πιθανότερη εξέλιξη της κρίσης θα είναι η αποκλιμάκωση αυτής, τόσο από πλευράς ΗΠΑ όσο και από την Βόρεια Κορέα. Η Πιονγκγιάνγκ είναι μεν παρανοϊκή αλλά δεν έχει αυτοκτονικές τάσεις, η δε Ουάσιγκτον γνωρίζει πολύ καλά ότι ο υποτιθέμενος αντίπαλος δεν μπορεί να την απειλήσει με πυρηνικά ή συμβατικά όπλα, ούτε καν τους συμμάχους της Ιαπωνία και Νότιο Κορέα.
Γνωρίζει επίσης η Ουάσιγκτον ότι η αμφισβήτηση της γεωπολιτικής ισορροπίας στην Κορεατική Χερσόνησο μπορεί μεν να έχει θετικά αποτελέσματα στην ατζέντα εσωτερικής πολιτικής, αλλά η σύρραξη στην περιοχή ουδόλως δύναται να της επιφέρει στρατηγικό πλεονέκτημα, έχοντας ως αντιπάλους την Ρωσία και την Κίνα.
Γ. Λιναρδής
Ολόκληρη η βάση της τρέχουσας ρητορικής σύγκρουσης και αντιπαράθεσης Βόρειας Κορέας-ΗΠΑ είναι η απαίτηση της Ουάσιγκτον να σταματήσει το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ τις δοκιμές πυρηνικών όπλων και βαλλιστικών πυραύλων και να απαξιώσει ολόκληρη την πυρηνική της ικανότητα και τεχνολογία. Όμως η κυβέρνηση του «τρελού» Κιμ έχει πλήρη επίγνωση της τύχης άλλων καθεστώτων που υποκλίθηκαν σε τέτοιες απαιτήσεις.
Το Ιράκ που όπως και η Βόρεια Κορέα είχε ανακηρυχθεί από τον Τζορτζ Μπους σε «άξονα του κακού» (axis of evil) συμφώνησε να παραιτηθεί από τα όπλα μαζικής καταστροφής, αλλά παρ’ όλα αυτά οι ΗΠΑ εισέβαλλαν στην χώρα το 2003 με το πρόσχημα ότι είχε διατηρήσει αυτά τα όπλα (ως γνωστό όπλα μαζικής καταστροφής δεν βρέθηκαν ποτέ στο Ιράκ). Ο πόλεμος των ΗΠΑ στοίχισε την ζωή περίπου ενός εκατομμυρίου Ιρακινών με όλα τα γνωστά επακόλουθα και τελείωσε με τον απαγχονισμό του Σαντάμ. Ομοίως ο Καντάφι της Λιβύης συμφώνησε να παραιτηθεί από το πρόγραμμα όπλων του με επακόλουθο την εισβολή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ το 2011, την διάλυση της χώρας του και το λιντσάρισμα του ιδίου. Το σκεπτικό λοιπόν του σταλινικού καθεστώτος της Βόρειας Κορέας είναι ότι το πυρηνικό πρόγραμμα είναι το μόνο πράγμα που κρατά την χώρα και την κυβέρνηση της από παρόμοια μοίρα.
Διάφορες ομάδες προβληματισμού, τα λεγόμενα think tanks, που επεξεργάζονται την αμερικανική πολιτική άμυνας και ασφάλειας καθώς και ΜΜΕ ισχυρίζονται ότι η Πιονγκγιάνγκ έχει ήδη γίνει πυρηνική δύναμη και μπορεί να αναπτύξει πυρηνικές κεφαλές και διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους ακριβείας που θα μπορούσαν να πλήξουν στόχους αμερικανικών συμφερόντων. Αυτοί οι ισχυρισμοί είναι τόσο ακριβείς όσο και οι ισχυρισμοί περί των ιρακινών όπλων μαζικής καταστροφής του Σαντάμ. Χωρίς επ’ ουδενί να θέλουμε να υπερασπιστούμε το τυραννικό καθεστώς του ανισόρροπου σταλινικού Κιμ Γιόνγκ Ουν, η Ουάσιγκτον η οποία διακηρύσσει ότι τα πυρηνικά της Βόρειας Κορέας είναι μια υπαρξιακή απειλή, βοηθά και αποδέχεται εξ ίσου επιθετικά καθεστώτα όπως αυτά του Πακιστάν, του Ισραήλ και της Τουρκίας να αναπτύξουν το δικό τους πυρηνικό οπλοστάσιο και να απειλούν τα γειτονικά τους κράτη.
Η πιθανότερη εξέλιξη της κρίσης θα είναι η αποκλιμάκωση αυτής, τόσο από πλευράς ΗΠΑ όσο και από την Βόρεια Κορέα. Η Πιονγκγιάνγκ είναι μεν παρανοϊκή αλλά δεν έχει αυτοκτονικές τάσεις, η δε Ουάσιγκτον γνωρίζει πολύ καλά ότι ο υποτιθέμενος αντίπαλος δεν μπορεί να την απειλήσει με πυρηνικά ή συμβατικά όπλα, ούτε καν τους συμμάχους της Ιαπωνία και Νότιο Κορέα.
Γνωρίζει επίσης η Ουάσιγκτον ότι η αμφισβήτηση της γεωπολιτικής ισορροπίας στην Κορεατική Χερσόνησο μπορεί μεν να έχει θετικά αποτελέσματα στην ατζέντα εσωτερικής πολιτικής, αλλά η σύρραξη στην περιοχή ουδόλως δύναται να της επιφέρει στρατηγικό πλεονέκτημα, έχοντας ως αντιπάλους την Ρωσία και την Κίνα.
Γ. Λιναρδής