Γράφει ο Σ. Παιδάκος
Τον Μάιο του 1968, οι Γάλλοι φοιτητές καίγαν το Παρίσι, διαμαρτυρόμενοι γιατί δεν υπήρχε η φαντασία στην εξουσία. Ο Γάλλος πρόεδρος Ντε Γκώλ, αποφάσισε να διαλύσει τις διαδηλώσεις κατεβάζοντας στο δρόμο σχεδόν ένα εκατομμύριο Γάλλους πολίτες, οι οποίοι έκαναν μία σιωπηλή πεζή διαμαρτυρία μέσα στους διαδηλωτές. Ήταν η λεγόμενη σιωπηλή διαμαρτυρία που διέσχισε σχεδόν όλο το Παρίσι. Αυτή η διαμαρτυρία, σκόπιμα, δεν αναφέρεται σχεδόν πουθενά στα ιστορικά βιβλία ώστε να δοθεί έμφαση στους δήθεν κοινωνικούς αγώνες των μπολσεβίκων.
Έτσι απλά, και σε συνδυασμό με τις εκλογές που προκήρυξε, αντιμετώπισε τότε το γεγονός ο Γάλλος πρόεδρος, και πέτυχε, γιατί κάποιοι είχαν τσίπα επάνω τους και ήξεραν που να σταματήσουν. Στην Ελλάδα όμως δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι μπορεί να πράξει αναλόγως, γιατί έχουμε απέναντί μας ξετσίπωτους πολιτικούς που δεν τους καίγεται καρφί. Όχι σιωπηλή διαμαρτυρία, αλλά και τσιριχτή διαμαρτυρία να είναι, εκτός του ότι είσαι επισφαλής για την σωματική σου ακεραιότητα, δεν πρόκειται και κανενός να ιδρώσει το αυτί. Εδώ αν δεν κινηθεί γη και ουρανός δεν πρόκειται να πετύχεις τίποτα. Αντιπαρέβαλα δύο διαφορετικές νοοτροπίες για να δείξω πως αντιμετωπίζουμε εδώ στην Ελλάδα ανάλογα θέματα. Σε σημερινό δημοσίευμα διαβάζουμε: «Το 2004 η Μαριέττα Γιαννάκου αποφασίζει να σταματήσει την κατάντια να εισέρχονται σε ΑΕΙ/ΤΕΙ υποψήφιοι με 2, 3, 4. Όρισε βάση εισαγωγής το 10 και προχώρησε ένα νέο νόμο-πλαίσιο για τα ΑΕΙ. Βέβαια, πάνω από όλα, η κ. Γιαννάκου δίδαξε πολιτικό ήθος με την απόφαση να μην αποσύρει το βιβλίο της Ιστορίας της Μαρίας Ρεπούση, πάρα τον «συνωστισμό» των οξύτατων αντιδράσεων. Επέμενε η Ακαδημία να έχει τον τελευταίο λόγο σε ένα επιστημονικό θέμα που δίχασε. Το «πλήρωσε» στις επόμενες εκλογές, καθώς ο λαϊκισμός είναι διάχυτος στην πολιτική σκηνή» . Αρθρογράφος του παραπάνω αποκόμματος είναι ο κ. Λακασάς της «καθημερινής». Όταν η αιματοβαμμένη και χιλιοδοξασμένη ιστορία της Χώρας μας, διαστρεβλώνεται το βάναυσα, αν μη τι άλλο, το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι όχι απλά να τσιρίξεις, αλλά να ουρλιάξεις μπας και σε ακούσουν οι καθώς πρέπει κύριοι των πολιτικών ρετιρέ. Ενώ απ’ τη μία, η άχρηστη κ. Γιαννάκου, είχε λόγο για την εισαγωγή των υποψηφίων στα ΤΕΙ και ΑΕΙ της Χώρας μας, απ’ την άλλη την έπιασε το «πολιτικό ήθος», και παρέπεμψε ο θέμα στην ακαδημία. Αυτό, με συγχωρείται εγώ δεν το καταλαβαίνω. Χλευάζει, «μία», γιατί μόνο ως μονάδα μπορώ να τη χαρακτηρίσω και βάζω και αγκύλες γιατί σιχαίνομαι να την πιάσω, τον ρου των αιματηρών συμπλοκών στην παραλία της Σμύρνης, και η υπουργός κάθεται αμέτοχη; Κάθεται σαν άλλος Πόντιος Πιλάτος, και μας λέει με εκείνο το υπεροπτικό και ηλίθιο ύφος της, «το θέμα είναι σοβαρό και αφορά την ακαδημία;». Και σένα τι σε βάλανε να κάνεις εκεί στο υπουργείο; Αν δεν είσαι κέρβερος σε ζητήματα που άπτονται των ιστορικών μνημών της ιστορίας της νεωτέρας Ελλάδος, τότε τι στο διάολο κάνεις στο υπουργείο, πέρα από το να τινάζεις το μαλλί σου, παρουσία εικονοληπτών; Αλλά η κ. Γιαννάκου ήταν αυτή που είναι. Απ’ την άλλη, ο κ. Λακασάς, μη μπορώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, αναγάγει το θέμα σε λαϊκισμό. Έτσι συμβαίνει εδώ στην Ελλάδα. Όποιος φωνάζει και ωρύεται για θέματα που διαστρεβλώνονται σκόπιμα και τα οποία άπτονται της Εθνικής Παιδείας, της Ιστορίας, των Πεσόντων πατέρων και αδερφών, είναι λαϊκιστής, είναι φασίστας και ό,τι άλλο βάλει ο νούς σας. Έχει γίνει πλέον καραμέλα η λέξη λαϊκισμός και χρησιμοποιείται ευρέως από πολιτικούς και δημοσιογράφους, τάχα για να δείξουν την πολιτική και δημοσιογραφική τους «ανωτερότητα», τάχα για να δείξουν το ήθος τους, που έχει χωθεί ολάκερο μέσα στο βούρκο της διαφθοράς. Φέτος αφαιρέθηκε από τα σχολικά βιβλία η γενοκτονία των Ποντίων. Του χρόνου μάλλον θα έχει σειρά, να χαρακτηριστεί ως στασιαστής και συμμορίτης, ο Γέρος του Μοριά, μιας και έβαλλε επί της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Λες και πριν την οθωμανική αυτοκρατορία, εδώ, δεν υπήρχε τίποτα. Όσο έχουμε φωνή και όσο υπάρχουν εθνομηδενιστές, τόσο θα σκούζουμε και άλλο τόσο θα ουρλιάζουμε, κύριοι του «καθωσπρεπισμού».