Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

Η βλακεία εργαλείο της Νέας Τάξης

Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες ενός μεγάλου αριθμού τηλεοπτικών εκπομπών τύπου «ριάλιτι», οι οποίες βασίζονται στην αυθόρμητη και τις περισσότερες φορές χωρίς αμοιβή συμμετοχή πάρα πολλών ανθρώπων. Ανθρώπων που δέχονται να εκθέσουν τον εαυτό τους σε κοινή θέα πανελλαδικά, είτε πρωταγωνιστώντας σε διάφορα τηλεοπτικά σόου, είτε συμμετέχοντας  στο ακροατήριο αυτών των σόου, συμπληρώνοντας με τη φυσική τους παρουσία τη «ζωντανή κερκίδα» των εκπομπών.
Η δυναμική της υποκουλτούρας που αναπαράγεται συνήθως σε αυτές τις εκπομπές, επιβεβαιώνει τη γνωστή ρήση του Γιώργου Σεφέρη με την οποία ο ποιητής αναρωτιέται: «όταν η βλακεία μπει σε κίνηση, ποιος μπορεί να την σταματήσει;»
Βέβαια το δικαίωμα στη βλακεία είναι ιερό! Ο καθένας έχει δικαίωμα στην κατ’ Αριστοτέλη «ιδιωτεία». Όταν όμως η βλακεία «ψυχαγωγεί» το πανελλήνιο, τότε το πράγμα πάει αλλού. Συνοδευόμενη μάλιστα από την ψυχοφθόρο αδολεσχία και τους αντιαισθητικούς ακκισμούς των παρουσιαστών και παρουσιαστριών, οι εκπομπές αυτές που αποτελούν «σήμα κατατεθέν» της Νέας Τάξης, μετατρέπονται σε σχολεία εκμαυλισμού συνειδήσεων, κοινωνικής σήψης και μιας αναβράζουσας παθητικότητας, απολύτως ακίνδυνης για το σύστημα.
Όμως έχουν περάσει τόσα πολλά χρόνια από τότε που αυτού του είδους η τηλεοπτική σηπεδόνα εξευτελίζει συστηματικά μέσω του τηλεοπτικού φακού την ανθρώπινη προσωπικότητα, ώστε εύλογα να γεννιέται το ερώτημα: μα πόσοι είναι τέλος πάντων οι οπαδοί της ιδιωτείας που συμμετέχουν σε αυτές, τι ποσοστό αντιπροσωπεύουν στην κοινωνία;
Υπάρχει ένα παλαιό βιβλίο του γνωστού Καθηγητή της Κοινωνιολογίας, Ευαγγέλου Λεμπέση, το οποίο απαντά σαφέστατα στο παραπάνω εύλογο ερώτημα. Το βιβλίο έχει τον τίτλο: «Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω».
Η κεντρική ιδέα του βιβλίου αυτού είναι ότι ενώ επικρατεί γενικώς η αντίληψη πως οι βλάκες και οι ηλίθιοι (ως κατηγορίες διαβάθμισης της ανθρώπινης ευφυΐας) είναι περιορισμένοι σε ποσοστό επί τοις εκατό του γενικού πληθυσμού και οι χαρακτηρισμοί αυτοί συνηθίζεται να χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά  με σκοπό απαξιωτικό και υβριστικό, οι ιατρικές-επιστημονικές μετρήσεις δείχνουν κάτι άλλο. Ότι το ποσοστό των ανθρώπων που έχουν ευφυΐα λίγο ή αρκετά χαμηλότερη του λεγόμενου μέσου όρου, είναι τελικά πολύ υψηλότερο από αυτό που η επικρατούσα αντίληψη θεωρεί ότι ισχύει. Τόσον υψηλό που να θεωρείται βασικός παράγοντας διαμόρφωσης του κοινωνικού βίου.
Έτσι, η ιδεολογική χειραγώγηση αυτής της κατηγορίας πληθυσμού, αναδεικνύεται σε κύρια προτεραιότητα του πολιτικού συστήματος. Και όταν λέμε πολιτικό σύστημα, εννοούμε τα πολυσυλλεκτικά και αριστερά κόμματα στο σύνολό τους, που σε συνδυασμό με τα μικρότερα συμπληρωματικά του συστήματος (τύπου ΑΝΕΛ, Ποτάμι κλπ, που το ίδιο το σύστημα δημιούργησε για να μαζεύει τις «διαρροές») και τα  διαπλεκόμενα ΜΜΕ εξουσιάζουν τον τόπο.
Αυτό που χαρακτηρίζει, σύμφωνα με τον Λεμπέση, τα άτομα μειωμένης ευφυΐας, είναι η αγελαία συμπεριφορά. Γιατί οι ίδιοι μην έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και την κρίση τους, αισθάνονται ασφάλεια μόνο κάτω από το προστατευτικό κέλυφος κατοχυρωμένων βεβαιοτήτων και νομιμοποιήσεων. Στοιχεία που συνήθως βρίσκουν στα προβαλλόμενα από την τηλεόραση αξιακά πρότυπα, καθώς και στη συμμετοχή σε συλλογικότητες διαφόρων μορφών, που επίσης προβάλλονται και εκθειάζονται από τα ΜΜΕ.
Μάλιστα στο συγκεκριμένο βιβλίο κατονομάζονται συγκεκριμένοι σύλλογοι και οργανώσεις σαν παραδείγματα υψηλής συγκέντρωσης βλακών. Τότε βέβαια δεν υπήρχαν οι ΜΚΟ. Αν υπήρχαν θα κατέτασσε τις περισσότερες από αυτές πρώτες στην «ικανότητα» συνάθροισης ατόμων της κατηγορίας που πραγματεύεται. Εξαιρώντας φυσικά τους επικεφαλής των ΜΚΟ, των οποίων το πρόβλημα δεν είναι ζήτημα νοημοσύνης, αλλά πρόβλημα ηθικής τάξης και ποινικού δικαίου.
Ο ίδιος ο Λένιν άλλωστε είχε αναφερθεί στο θέμα της ηλιθιότητας, διατυπώνοντας την γνωστή ιστορική ατάκα: «για να κάνεις την επανάσταση χρειάζεσαι μια έξυπνη καθοδήγηση και αρκετούς χρήσιμους ηλίθιους». Χαρακτηριστικό παράδειγμα επιβεβαίωσης της ρήσης του επιφανούς αυτού θεωρητικού του κομμουνισμού, το «δικό» μας «Πολυτεχνείο», όλες οι πορτοκαλί επαναστάσεις του προηγούμενου και του τρέχοντος αιώνα και η πολυσχιδής «ανθρωπιστική» δράση όλων των ΜΚΟ με τη συνδρομή πλήθους καλοπροαίρετων ανθρώπων, που άθελά τους γίνονται όργανα στα χέρια της παγκοσμιοποίησης. Η λειτουργία των ΜΚΟ αποτελεί ίσως την πιο χαρακτηριστική περίπτωση εφαρμογής της αρχής που διατύπωσε ο Λένιν.
Για τα άτομα μειωμένης αντιληπτικής ικανότητας, η κριτική αποστασιοποίηση από τα διάφορα  ερεθίσματα και μηνύματα που δέχονται από το «σύστημα», είναι κάτι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο. Έτσι, κύριο μέσο   «σαλαγήματος»  προς τις ιδεολογικές «στρούγκες» των κομμάτων του «συνταγματικού τόξου», είναι η τηλεόραση και η αισθητική των ριάλιτι που προαναφέρθηκε.
Αυτού του είδους οι εκπομπές συνεισφέρουν τα μέγιστα  στην επίτευξη της ποιότητας και στη διαμόρφωση των αξιακών προτύπων και των ανθρώπινων συνειδήσεων που μπορούν να πεισθούν από τα πολιτικά προγράμματα των κομμάτων του «δημοκρατικού τόξου». Και προς αυτό το ακροατήριο απευθύνονται κυρίως οι εκπρόσωποί του όταν ξημεροβραδιάζονται στις τηλεοράσεις, σκιαμαχώντας με τους «δράκους» των παραμυθιών που πουλάνε στο λαό.
Πόσες φορές έχουμε ακούσει ανθρώπους, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να στηρίξουν έναν ισχυρισμό, την εγκυρότητα του οποίου κάποιος συνομιλητής τους αμφισβητεί, να προτάσσουν το κατ’ αυτούς εδραίο επιχείρημα: «μα το είπε η τηλεόραση !». Η τηλεόραση, ούτε καν ο τάδε ή ο δείνα  δημοσιογράφος ή πολιτικός, που μιλούσε στην τηλεόραση. Η τηλεόραση που για πολλούς ανθρώπους είναι ένα κουτί που ότι λέει είναι θέσφατο. Κι όμως η χειραγώγηση αυτών των ανθρώπων από το «σύστημα», καθορίζει τις τύχες και τις ζωές όλων μας.
Αυτή είναι η «κρίσιμη μάζα» ψηφοφόρων που «τρώει» και «ξανατρώει» το ίδιο ακριβώς παραμύθι, από τα ίδια κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία χρόνια τώρα, δίνοντας ψεύτικες προεκλογικές υποσχέσεις με τις οποίες δεν θα μπορούσες να ξεγελάσεις για δεύτερη φορά, ούτε ένα παιδί δέκα ετών.
Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η ανάδειξη πολιτικών στην Ελλάδα, του αναστήματος του... Γιώργου Παπανδρέου (Τζέφρυ) και άλλων... προσωπικοτήτων παρόμοιου βεληνεκούς. Ενός ανθρώπου που «στεντορεία τη φωνή» διακήρυττε κάποια στιγμή σε ομιλία του προς ευρύτατο ακροατήριο, ότι αυτοί στο Πασόκ είναι υπέρ της αυστηρής φορολόγησης των πισινών (εννοούσε πισίνων). Είναι γνωστή επίσης η ατάκα του ιδίου: «μηδέν εις το πηλίκιο». Ενώ σε άλλη περίπτωση, σε επίσκεψή του στην πόλη της Δράμας, σε μια αποστροφή του λόγου του, αντί να πει: σήμερα εδώ στην πόλη της Δράμας, είπε: «σήμερα εδώ στην πόλη του δράματος…», συγχέοντας από άγνοια το αρχαίο δράμα με την πόλη της Δράμας. Μια άγνοια ωστόσο που δεν στάθηκε αρκετή για να οδηγήσει στην απόρριψή του από τους ψηφοφόρους του Πασόκ.
Πέρα όμως από την τραγελαφική διάσταση του πράγματος, τι ποιότητα ανθρώπων προϋποθέτει άραγε για την πλειοψηφία των οπαδών, κομμάτων αυτού του είδους, αν εξαιρέσει κανείς τα ευφυή … λαμόγια που πλαισιώνουν τέτοιους πολιτικούς σχηματισμούς;
Γιατί δυστυχώς η περίπτωση του Πασόκ δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας. Όλα τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου», (συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που πλαισιώνονται από στελέχη υψηλής μόρφωσης), επιχειρώντας να επηρεάσουν το πολυπληθές ακροατήριό τους, κινούνται με τρόπο ανάλογο του «μεγάλου» Τζέφρυ. Γιατί γνωρίζουν ότι μεγάλο ποσοστό του ακροατηρίου τους εμπίπτει στην κατηγορία που πραγματεύεται ο αείμνηστος Λεμπέσης στο βιβλίο του.
Τα λόγια τους και τα επιχειρήματά τους δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική. Ρίχνουν σκόπιμα το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου σε επίπεδο τηλεοπτικού ριάλιτι, γιατί με την αισθητική και τη λογική αυτή επηρεάζονται οι περισσότεροι.
Έχει φροντίσει η τηλεόραση για αυτό.
Έτσι, μέσω των δικών τους ΜΜΕ, επιδίδονται σε μια μονομερή προπαγάνδα χωρίς συνομιλητή, προπαγάνδα μιας «πολιτικής ορθότητας» που συμπληρώνει το έλλειμμα αυτοπεποίθησης των «ελλειμματικών» ψηφοφόρων τους, δαιμονοποιώντας παράλληλα τους μοναδικούς πραγματικούς πολιτικούς τους αντιπάλους, τους Εθνικιστές!
Ο Νίκος Γκάτσος, έχοντας πλήρη επίγνωση των δυσμενών εθνικών και κοινωνικών επιπτώσεων της εκμετάλλευσης της ανθρώπινης βλακείας από τους επιτήδειους του «συστήματος», με τον μοναδικό τρόπο που μόνο αυτός γνώριζε, εξέφρασε την ελπίδα, τον πόθο και την προσδοκία όλων μας με τους παρακάτω στίχους:
«Πότε θ’ ανθίσουνε τούτοι οι τόποι;
Πότε θα ’ρθούνε καινούργιοι ανθρώποι
να συνοδεύσουνε τη βλακεία
στην τελευταία της κατοικία;»

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΟΣ