Μετά την πρόσφατη αποτυχία της ολιγοήμερης παύσης των εχθροπραξιών
που είχαν συμφωνήσει η Ουάσιγκτον, η Μόσχα και η Δαμασκός στο πολεμικό
μέτωπο, αποτυχία που οφείλεται στην κατάφωρη παραβίαση των όρων αυτής
από την πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ η οποία βομβάρδισε θέσεις του
συριακού στρατού και τους ισλαμοσυμμορίτες οι οποίοι προσπάθησαν να
ανασυνταχθούν, η επιρροή και η αξιοπιστία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στο μέτωπο της Συρίας έχει σαφώς καταστραφεί.
Η Ουάσιγκτον δύσκολα πλέον μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστος εταίρος για
οποιαδήποτε συμφωνία με την Δαμασκό και την Μόσχα, ενώ ο Άσαντ όσο
περνάει ο καιρός εδραιώνεται όλο και περισσότερο στην εξουσία και
σίγουρα θα παίξει σημαντικότατο ρόλο στην μεταπολεμική διευθέτηση.
Το pivot της Κίνας προς την Μέση Ανατολή, τουτέστιν η στρατηγική της
μετατόπιση προς την περιοχή, που ξεκίνησε πριν από ένα περίπου χρόνο με
στόχο την αύξηση της συμμετοχής της στα τεκταινόμενα, άρχισε πλέον να
παίρνει σάρκα και οστά με την παροχή στρατιωτικής εκπαίδευσης και
ανθρωπιστικής βοήθειας προς την Συρία. Τον Απρίλιο το Πεκίνο όρισε
ειδικό απεσταλμένο στην Δαμασκό προκειμένου να συνεργαστεί επί όλων των
θεμάτων εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής με τον Άσαντ.
Τον Αύγουστο ο επικεφαλής του Γραφείου Διεθνούς Στρατιωτικής
Συνεργασίας της Κίνας υποναύαρχος Γκουάν Γιουφέι επισκέφτηκε την Συρία
και συνεργάστηκε με τον υπουργό Άμυνας Γιασίμ αλ Φρέιγ και τον ρώσο
αντιστράτηγο Σεργκέι Κβάρκοφ ο οποίος είναι επικεφαλής της ρωσικής
στρατιωτικής αποστολής στην Συρία. Κατά την διάρκεια της
επίσκεψης η Κίνα και η Συρία ανακοίνωσαν τα σχέδια τους για την ενίσχυση
της στρατιωτικής τους συνεργασίας, σηματοδοτώντας την ισχυρή υποστήριξη
του Πεκίνου προς την Δαμασκό. Το Πεκίνο μετά την επίσκεψη του
Γκουάν Γιουφέι απέστειλε στην Συρία ειδικούς συμβούλους και στρατιωτικό
προσωπικό και εξόπλισε τις συριακές ένοπλες δυνάμεις με όπλα ελεύθερων
σκοπευτών και εκτοξευτήρες ρουκετών.
Το ενδιαφέρον της Κίνας για την Μέση Ανατολή έχει σχέση και με την ανάπτυξη πλέγματος υποδομών και εμπορικών δρόμων που θα συνδέουν την Κίνα με την Κεντρική Ασία, τον Καύκασο, την Μέση Ανατολή και Ευρώπη στο πλαίσιο της οικονομικής συνδεσιμότητας της Ευρασιατικής Ένωσης, κάτι που απαιτεί διευθέτηση της συριακής κρίσης υπό το πνεύμα μιας πολυπολικής συνεργασίας και αντισιωνιστικής στρατηγικής.
Δεν θα μπορούσαμε εν κατακλείδι να μην θέσουμε το ερώτημα: Η Ελλάδα θέλει να εξακολουθεί να ανήκει στον νεοιμπεριαλιστικό στρατιωτικό συνασπισμό της Ουάσιγκτον, της Άγκυρας και του Ριάντ;
Γ. Λιναρδής